Κύρια ένδειξη στον λύκο
- Κάθε ασθενής με λύκο (δερματικός-αρθρικός ή/και σπλαχνικός λύκος) θα πρέπει καταρχήν να υποβάλλεται σε υδροξυχλωροκίνη, εκτός αν αντενδείκνυται.
- Η υδροξυχλωροκίνη έχει ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα στις διάφορες μορφές δερματικού λύκου, αλλά μειώνει επίσης τον κίνδυνο σπλαχνικής προσβολής (ιδίως νεφρική βλάβη) και μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης επακόλουθων συνεπειών που σχετίζονται με τη νόσο. Συνδέεται με μεγαλύτερη επιβίωση.
Δοσολογία
- 200 mg δισκία
- Μέγιστη δόση: έως 6,5 mg/kg/ημέρα ιδανικού βάρους σε μία έως δύο δόσεις μετά το γεύμα.
Κύριες παρενέργειες
- Αμφιβληστροειδοπάθεια
- Πεπτικό (ναυτία, πόνος, έμετος)
- Αγρανοκυττάρωση
- Νευρομυϊκή με σπάνια συμμετοχή του μυοκαρδίου
- Κνησμός και εξάνθημα
- Χρωματισμός δέρματος και βλεννογόνων
- Ηπατίτιδα (σπάνια)
- Ψυχικές διαταραχές
Σε περίπτωση εγκυμοσύνης
Δεν υπάρχει αντένδειξη για τη συνέχιση της θεραπείας (παρά τα όσα αναφέρονται στο φύλλο οδηγιών χρήσης του φαρμάκου που δεν έχει τροποποιηθεί από την κυκλοφορία του προϊόντος). Έχει αποδειχθεί ότι ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της νόσου είναι μικρότερος στις γυναίκες που διατηρούν τη θεραπεία και ότι η υδροξυχλωροκίνη δεν είναι επικίνδυνη για το μωρό. Τα προστατεύει ιδιαίτερα εάν η μέλλουσα μητέρα έχει αντισώματα κατά του SSA. Μπορεί να διατηρηθεί κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Αντενδείξεις
- Αμφιβληστροειδοπάθεια (βλάβη στον αμφιβληστροειδή)
- Υπερευαισθησία στο προϊόν
Προφυλάξεις κατά τη χρήση (καταστάσεις στις οποίες το φάρμακο μπορεί να χρησιμοποιηθεί αλλά με στενή παρακολούθηση)
- Ψωρίαση
- Ηπατική ή/και νεφρική ανεπάρκεια
- Πορφυρία
- Ανεπάρκεια του ενζύμου G6PD συγγενούς προέλευσης και έκθεση σε κίνδυνο επιταχυνόμενης καταστροφής των ερυθρών αιμοσφαιρίων
Παρακολούθηση
- Οφθαλμολογική εξέταση με ενδεχόμενο ηλεκτρορετινογράφημα/SD OCT ανάλογα με τη γνώμη του οφθαλμίατρου εντός του πρώτου έτους χρήσης. Ο ετήσιος έλεγχος αρχίζει μετά από 5 έτη χρήσης, αλλά νωρίτερα σε περίπτωση παρουσίας σημαντικών παραγόντων κινδύνου. - Κλινική παρακολούθηση