Ο όρος lupus, που στα λατινικά σημαίνει "λύκος", έχει διάφορες υποτιθέμενες καταβολές. Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει μια δερματική πάθηση που θυμίζει δαγκώματα λύκου. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στην παρατήρηση της ασθένειας του επισκόπου της Λιέγης, Eraclius, που αναφέρει ο Herbert της Τουρ το 916 μ.Χ. "Αυτός ο Eraclius, έπασχε από μια ελκωτική ασθένεια, τον λύκο, η οποία εκδηλωνόταν με μια κόκκινη γραμμή στο μέτωπο". Η ονομασία λύκος θα αποδοθεί σε αυτό το ερυθηματώδες (κόκκινο) εξάνθημα με έλκη που καλύπτουν διάφορες δερματολογικές βλάβες, όπως ο φυματιώδης λύκος και ο κοινός λύκος. Μια άλλη υποτιθέμενη προέλευση σχετίζεται με το σχήμα στη μάσκα λύκου του καρναβαλιού που θα έπαιρνε το εξάνθημα του προσώπου (vespertilio), εμβληματικό της νόσου.
Οι μηχανισμοί που την προκαλούν είναι πολύπλοκοι.